Πανικός στην όψη του φεγγαριού - στρογγυλού αφέντη
Ή ύπνος φωσφορικός όπου υπνοβατεί
Ή πιάτο Φαγεντίας στοιβαγμένο με φρούτα φωσφορικά
Που διανέμει φιλόφρονα στο δρόμο του, σε όλους
Τους περαστικούς. Πανικός, γιατί
Το φεγγάρι δεν είναι πια τίποτα απ' αυτά,
Τίποτε άλλο εκτός από μια γελοιογραφία ή ένα
Φωτόλουστο μηδέν. Αφέντη, όποιος χάνει
Την τρέλα του φεγγαριού γίνεται
Ο πρίγκιπας των παροιμιών της απόλυτης φτώχειας.
Να χάσεις την ευαισθησία σου, να βλέπεις ό,τι ο καθένας βλέπει,
Λες και η όραση δεν κατέχει τη δική της θαυματουργή λιτότητα
Ν' ακούς αυτό που όλοι ακούν, μια έννοια μονάχα,
Λες κι ο παράδεισος των εννοιών έχει στερέψει,
Αυτό θα πει να είσαι φτωχός.
Αυτός είναι ο ουρανός στερημένος απ' τις πηγές του.
Εδώ στη δύση αδιάφοροι γρύλοι τραγουδούν
Στις αδιάφορες κρίσεις μας. Έχουμε ανάγκη όμως
Από ένα άλλο τραγούδι, ένα άσμα, όπως σε μια άλλη
Και πιο σύγχρονη γένεση, μια μουσική
Που θα χτυπάει τις χορδές της πιθανής γαλήνης της
Πάνω στην αγριότητα... Μεγάλα, βοερά νερά
Κυλούν τη νύχτα και πνίγουν τη φωνή των γρύλων.
Είναι μια διακήρυξη, μια πρωτόγονη έκσταση
Τα δώρα της αλήθειας μελωδικά εκφρασμένα.
-Wallace Stevens-
(μτφρ. Γ. Σπέντζος)