Είναι ένας αγρός θερισμένος, που πάνω του πέφτει μια μαύρη βροχή.
Είναι ένα σκούρο δέντρο, που στέκει ερημικό.
Είναι ένας άνεμος που σφυρίζει γύρω από άδειες καλύβες.
Πόσο θλιμμένο το βράδυ αυτό!
Στο κτήμα μπροστά
η ήρεμη ορφανή μαζεύει ακόμη αραιά στάχυα.
Στρογγυλά και χρυσά τα μάτια της πλανιούνται στο λυκόφως
κι η αγκαλιά της προσμένει τον ουράνιο μνηστήρα.
Στο γυρισμό
βρήκαν οι βοσκοί σαπισμένο
το γλυκό σώμα στην βάτο.
Είμαι ένας ίσκιος μακριά από σκοτεινά χωριά.
Τη σιωπή του Θεού
την ήπια από την πηγή του δάσους.
Στο μέτωπό μου κρύο μέταλλο κυλά.
Αράχνες ψάχνουν για την καρδιά μου.
Είναι ένα φως που σβήνει στο στόμα μου.
Τη νύχτα βρέθηκα σε μια πεδιάδα,
παγιδευμένος απ' τα συντρίμμια και τη σκόνη των άστρων.
Στις αγριοφουντουκιές
κρυστάλλινοι άγγελοι ήχησαν πάλι.
-Γκέοργκ Τρακλ-
(μτφρ. Μ. Παπαντωνόπουλος)
Thursday, January 18, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment